Η κυβέρνηση πλήττει την ανταγωνιστικότητα των κρητικών επιχειρήσεων
Άρθρο του Θοδωρή Δουλουμπέκη στα Ρεθεμνιώτικα Νέα
Τι κι αν ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Ναυτιλίας είναι Κρητικοί, φαίνεται πως το νησί παραμένει αόρατο από την κυβέρνηση.
Φυσικά κανείς δεν ζητά ευνοϊκή μεταχείριση για την Κρήτη, αλλά τουλάχιστον την αποκατάσταση των αδικιών και τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που έχει προκύψει μεταξύ Κρήτης και υπόλοιπων νησιών λόγω της πολιτικής επιλογής της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μην επεκτείνει το μεταφορικό ισοδύναμο και στην Κρήτη όπως είχε ψηφίσει (Ν. 4606/19, άρθρο 14) η προηγούμενη κυβέρνηση Τσίπρα από τον Ιούλιο του 2019.
Και πρόκειται ξεκάθαρα για πολιτική επιλογή καθώς για την ένταξη των κρητικών επιχειρήσεων κι εμπόρων απαιτείται απλά μια ΚΥΑ από την κυβέρνηση.
Το μεταφορικό ισοδύναμο, ήταν ένα ριζοσπαστικό μέτρο που έφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία με τη θέσπιση του οποίου επιτεύχθηκε η εξίσωση του κόστους μεταφοράς που αντιστοιχεί σε επιβάτες και εμπορεύματα με μέσα θαλάσσιας μαζικής μεταφοράς με το κόστος που ισχύει στα μέσα χερσαίας μαζικής μεταφοράς για την ίδια απόσταση.
Ενδεικτικά, για να γίνει αντιληπτή η αξία του μέτρου, το μεταφορικό ισοδύναμο θα μείωνε το κόστος μεταφοράς των προϊόντων από το Ρέθυμνο στον Πειραιά έως και 90% αν λάβουμε υπ’ όψιν αντίστοιχες μεταφορές από άλλα νησιά της Ελλάδας, με αποτέλεσμα τα προϊόντα του νησιού να έφταναν σημαντικά φτηνότερα στα ράφια των ελληνικών αλλά και ευρωπαϊκών αγορών.
Το μέτρο αυτό που αρχικά εφαρμόστηκε πιλοτικά σε μερικά νησιά της χώρας είχε ουσιαστικά επεκταθεί μέχρι το τέλος της θητείας της κυβέρνησης Τσίπρα σε ολόκληρη τη νησιωτική Ελλάδα και μάλιστα κάλυπτε όχι μόνο τη μεταφορά εμπορευμάτων αλλά και τη μεταφορά καυσίμων, νησιωτών αλλά και εκπαιδευτικών ιατρών κ.λπ. ειδικοτήτων προς και από τα νησιά τόσο ακτοπλοϊκά όσο και αεροπορικά.
Στα πρώτα του στάδια μάλιστα το μέτρο συνάντησε μεγάλη αποδοχή (πάνω από 300.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και πρόσωπα είχαν ενταχθεί έως τον Μάιο του 2019) πριν απαξιωθεί από Πλακιωτάκη – Μητσοτάκη τόσο με την κατ’ ουσία εξαίρεση της Κρήτης όσο όμως και από τη μη ή/και καθυστερημένη καταβολή των χρημάτων που αντιστοιχούν στο Αντιστάθμισμα Νησιωτικού Κόστους (ΑΝΗΚΟ) προς νησιώτες κι επιχειρηματίες.
Η κυβέρνηση πρέπει άμεσα να απαντήσει με χρονοδιάγραμμα κι όχι με κενές υποσχέσεις σε συναντήσεις με επιμελητήρια κι εκπροσώπους κλάδων του νησιού, για το τι σκοπεύει να κάνει με το μεταφορικό ισοδύναμο για τους Κρητικούς, καθώς μπορεί να χάθηκε από την ολιγωρία της το 2019 αλλά δε θα πρέπει με τίποτα η ανεπάρκειά της να στοιχίσει στους κρητικούς εμπόρους, βιοτέχνες, κτηρνοτρόφους, εξαγωγείς, μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες και την απώλεια του αντισταθμίσματος για το 2020.
Η νησιωτικότητα πρέπει να μείνει το πλεονέκτημα της Κρήτης κι όχι παράγοντας μείωσης της ανταγωνιστικότητας των κατά γενική ομολογία ποιοτικών προϊόντων και υπηρεσιών των κρητικών.